Υλικό προς ανάγνωση "Ικανοποιώντας τις ατομικές ανάγκες των εκπαιδευόμενων γυναικών"

4.1. Διάφορες μέθοδοι για ικανοποίηση των ατομικών αναγκών των εκπαιδευόμενων γυναικών

Γενικά, κατά την εργασία με οποιαδήποτε ομάδα, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η προσωπική κατάσταση των συμμετεχόντων, ώστε να διασφαλιστεί ότι μπορούν να παρακολουθήσουν την εκπαίδευση και να την αξιοποιήσουν στο έπακρο. Στην περίπτωση των γυναικών, αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό. Ιστορικά, οι γυναίκες είναι αυτές που αναλάμβαναν τις περισσότερες -αν όχι όλες- δουλειές του σπιτιού ενώ, εάν υπάρχουν παιδιά/ηλικιωμένοι/άτομα που χρειάζονται φροντίδα, είναι επίσης πολύ πιθανό οι γυναίκες να αναλάβουν τον ρόλο του φροντιστή. Αυτό είναι πολύ σημαντικό όταν αποφασίζετε για το πρόγραμμα των δραστηριοτήτων: κατά τους σχολικούς μήνες, είναι ευκολότερο για τις μητέρες να παρακολουθήσουν εκπαιδευτικές συνεδρίες που γίνονται το πρωί. Ωστόσο, κατά τις σχολικές ή καλοκαιρινές διακοπές, θα είναι πιο δύσκολο για τις γυναίκες να παρακολουθήσουν αυτές τις συνεδρίες το πρωί, εάν ο οργανισμός δεν παρέχει φθηνή ή (κατά προτίμηση) δωρεάν παιδική φροντίδα.

Οι Londoño et al (2017) τονίζουν  και ορισμένες άλλες πτυχές που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εργασία με γυναίκες αγροτικών περιοχών, αν και αυτό μπορεί να ισχύει για οποιαδήποτε ομάδα σε γενικές γραμμές, όπως είναι για παράδειγμα η διαδρομή που πρέπει να κάνουν οι εκπαιδευόμενες για να πάνε στο μέρος όπου πραγματοποιείται η εκπαίδευση. Για να είμαστε ακριβείς, οι ανάγκες των εκπαιδευομένων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ακόμη και πριν από την έναρξη της εκπαίδευσης: το χρονοδιάγραμμα της  εκπαίδευσης και (όποτε είναι δυνατόν) η τοποθεσία πρέπει να προσαρμόζονται κατά τρόπο που να ταιριάζει καλύτερα στις εκπαιδευόμενες. Στην εκπαίδευσή μας, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ορισμένες εκπαιδευόμενες δεν έχουν υπολογιστή στο σπίτι ή ότι πρέπει να τον μοιραστούν με άλλα μέλη της οικογένειας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ενδέχεται να μην έχουν καν σύνδεση στο διαδίκτυο. Αυτό σημαίνει ότι οι εκπαιδευτές θα πρέπει να αξιολογήσουν εάν αυτές οι γυναίκες θα μπορούν να εργαστούν στο σπίτι και, εάν όχι, να βρουν έναν τρόπο να ξεπεράσουν αυτές τις δυσκολίες.

Κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, οι ατομικές ανάγκες και προσδοκίες των εκπαιδευομένων πρέπει να είναι στη γνώση του εκπαιδευτή ενηλίκων, έτσι ώστε να τις λάβει υπόψη κατά την παροχή της εκπαίδευσης. Μερικές εκπαιδευόμενες μπορεί να στερούνται κάποιες βασικές γνώσεις που απαιτούνται για να επωφεληθούν από την εκπαίδευση, επομένως ο εκπαιδευτής πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίσει και να διορθώσει αυτήν την έλλειψη. Ενώ οι ενήλικες εκπαιδευόμενες περιμένουν από τον εκπαιδευτή να τις βοηθήσει να προσαρμοστούν στην αλλαγή (στην κοινωνία, την αγορά εργασίας, τα εκπαιδευτικά μοντέλα κ.λπ.), ο εκπαιδευτής ενηλίκων θα πρέπει όχι μόνο να προσπαθήσει να ανταποκριθεί σε αυτή την προσδοκία, αλλά και να ενδυναμώσει τις εκπαιδευόμενες, προκειμένου να πετύχει τη βιωσιμότητα της μάθησης. Εάν το καταφέρει, με την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης οι εκπαιδευόμενες θα μπορούν να συνεχίσουν να διευρύνουν τις γνώσεις τους μόνες τους, αφού θα έχουν αποκτήσει την ικανότητα να μαθαίνουν αυτόνομα. Αυτή η βιωσιμότητα που επιτυγχάνεται σε ατομικό επίπεδο κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας θα διεισδύσει και σε άλλες πτυχές της ζωής, με απώτερο στόχο οι εκπαιδευόμενες να γίνουν πιο αυτόνομες και να ενδυναμωθούν σε κάθε πτυχή της ζωής τους.

 

4.2  Ενδυνάμωση των γυναικών για αλλαγή σταδιοδρομίας και απασχόληση στον ψηφιακό τομέα

Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE), η ενδυνάμωση των γυναικών είναι η «διαδικασία με την οποία οι γυναίκες αποκτούν δύναμη και τον έλεγχο της ζωής τους, και την ικανότητα να κάνουν στρατηγικές επιλογές». Υπάρχουν πέντε στοιχεία που οδηγούν στην ενδυνάμωση των γυναικών (EIGE, 2020):

    ● Η αίσθηση της αυτοεκτίμησής τους.

    ● Το δικαίωμά τους να έχουν και να καθορίζουν τις επιλογές τους.

    ● Το δικαίωμά τους να έχουν πρόσβαση σε ευκαιρίες και πόρους.

    ● Το δικαίωμα να μπορούν να ελέγχουν τη ζωή τους.

    ● Η ικανότητά τους να επηρεάζουν την κατεύθυνση της κοινωνικής αλλαγής, για να δημιουργήσουν μια πιο δίκαιη κοινωνική και οικονομική τάξη πραγμάτων.

 

Προκειμένου να ενδυναμωθούν και να αποκτήσουν αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να αλλάξουν τη ζωή τους και να εμπλακούν στον ψηφιακό τομέα, ο εκπαιδευτής ενηλίκων πρέπει να βεβαιωθεί ότι οι εκπαιδευόμενες αποκτούν ή/και αναπτύσσουν το πρώτο στοιχείο, το οποίο είναι ενδεχομένως το πιο εύκολο να διαχειριστούν. Άλλες έχουν έναν ισχυρό κοινωνικό πυρήνα και θα εξαρτηθεί από την οικογενειακή τους κατάσταση και το πολιτισμικό τους υπόβαθρο. Σύμφωνα με τον Tartakovsky (2015), ο εκπαιδευτής ενηλίκων μπορεί να βοηθήσει τις γυναίκες να αναπτύξουν και να ενισχύσουν την αυτοεκτίμησή τους εστιάζοντας σε αυτά τα τέσσερα στοιχεία, τα οποία σχηματίζουν μια πυραμίδα:

    ●  Αυτογνωσία: Οι εκπαιδευτές ενηλίκων πρέπει να βεβαιωθούν ότι οι γυναίκες βλέπουν τον εαυτό τους όπως είναι, χωρίς να ωραιοποιούν την κατάσταση, ούτε να είναι πολύ αρνητικές για αυτή. Μόνο έτσι, βλέποντας την πραγματικότητά τους όπως είναι, με τις αδυναμίες και τα δυνατά τους σημεία, θα μπορέσουν να θέσουν τους στόχους τους και να προχωρήσουν προς την επίτευξή τους.

    ●  Αυτοαποδοχή: Όπως και στο προηγούμενο στοιχείο, οι εκπαιδευτές πρέπει να βοηθήσουν τις γυναίκες να αποδεχτούν τον εαυτό τους, να τον κατανοήσουν και να πιστέψουν ότι μπορούν να βελτιώσουν τα σημεία εκείνα που δεν τους αρέσουν.

    ●  Αγάπη για τον εαυτό: Φυσικά, είναι σημαντικό για τους εκπαιδευτές να εστιάσουν και να τονίσουν τη σημασία της αγάπης για τον εαυτό, καθώς οι γυναίκες αυτές να τείνουν πολλές φορές να μειώνουν τον εαυτό τους. Οι εκπαιδευτές ενηλίκων πρέπει να φροντίσουν ώστε οι γυναίκες να μάθουν συμπεριφέρονται στον εαυτό τους με την ίδια αγάπη με την οποία φέρονται στους άλλους.

Τέλος, στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκουμε την αυτοεκτίμηση, η κατάκτηση της οποίας είναι μια δια βίου διαδικασία· ωστόσο οι εκπαιδευτές ενηλίκων πρέπει να τονίσουν τη σημασία που έχει να ακολουθήσουν όλα τα προηγούμενα βήματα για να φτάσουν σε αυτή. Προτού τις κατευθύνουν προς μια καριέρα στον ψηφιακό τομέα, πρέπει να βεβαιωθούν ότι οι εκπαιδευόμενες έχουν επίγνωση του πώς αυτό θα επηρεάσει την προσωπική τους ζωή. Όπως αναφέρθηκε ήδη, πολλές από αυτές τις γυναίκες έχουν οικογένειες και ένα από τα βασικά εμπόδια που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι γυναίκες στον ψηφιακό τομέα σχετίζεται με τον συμβιβασμό με τα «καθήκοντα νοικοκυράς» που επιβάλλονται στις γυναίκες όταν αποφασίσουν να δημιουργήσουν οικογένεια - μεταξύ άλλων εμποδίων που έχουν να αντιμετωπίσουν σε αυτό τον τομέα (Gil-juarez, 2011). Παρόλο που θέλουμε να ξεπεράσουν τα εμπόδια και να  αρχίσουν να χαράζουν τη σταδιοδρομία τους, είναι σημαντικό να γνωρίζουν το κόστος και τις προσπάθειες που μπορεί να χρειαστεί να κάνουν. Οι εκπαιδευτές ενηλίκων πρέπει να καθοδηγήσουν τις γυναίκες, ώστε αυτές να είναι σίγουρες ότι ο δρόμος που θα ακολουθήσουν ταιριάζει στις ανάγκες τους.

4.3  Αξιολόγηση των αδύναμων και δυνατών σημείων και συζήτηση για τις ατομικές ανάγκες των εκπαιδευομένων γυναικών στην επίτευξη των στόχων

Ο Rogers (1972 στο Knowles 1973, 33) αναφέρει ότι οι εκπαιδευόμενοι ενδιαφέρονται περισσότερο να μάθουν όταν αυτό που μαθαίνουν σχετίζεται με τη ζωή τους και τη βελτίωση του εαυτού τους. Αυτό σημαίνει ότι η συζήτηση με τις γυναίκες για τους στόχους και τις φιλοδοξίες τους θα τις ενθαρρύνει να συμμετέχουν στην εκπαίδευση, αφού θα τις βοηθήσει να καταλάβουν ότι μέσω αυτής θα πετύχουν τους προσωπικούς τους στόχους. Για τον ίδιο λόγο, είναι επίσης απαραίτητο οι εκπαιδευτές να τις βοηθήσουν να αξιολογήσουν τις δεξιότητές τους πριν θέσουν τους στόχους τους, καθώς μια μη ρεαλιστική φιλοδοξία μπορεί να έχει αντίθετα αποτελέσματα από τα επιθυμητά. Για τον λόγο αυτό, συνιστάται οι εκπαιδευτές ενηλίκων να εστιάσουν στα δυνατά σημεία των εκπαιδευομένων, για να τις καθοδηγήσουν προς μια κατεύθυνση που θα τους επιτρέψει να εκμεταλλευτούν πλήρως τις δυνατότητές τους. Παράλληλα, η συνειδητοποίηση των αδύνατων τους σημείων θα βοηθήσει τις εκπαιδευόμενες να μάθουν τι πρέπει να εξασκήσουν ή να βελτιώσουν και, εάν χρειάζεται, να επιδιώξουν πιο ρεαλιστικούς στόχους.

Ο Maslow (1972 στο Knowles 1973, 31) εξηγεί ότι οι εκπαιδευόμενοι πρέπει να έχουν αρκετή αυτοπεποίθηση και να έχουν αποδεχτεί τον εαυτό τους, ώστε να επιλέγουν τον δρόμο της εξέλιξης, και όχι να τους φοβίζει. Ένας τρόπος για να ξεπεραστεί ο φόβος της αποτυχίας και η χαμηλή αυτοεκτίμηση που ενδεχομένως να έχουν οι εκπαιδευόμενες είναι να μιλήσουν για αυτά τα θέματα. Η αναγνώριση είναι το πρώτο βήμα για την εξεύρεση λύσης, καθώς δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα που δεν μπορεί να ξεπεραστεί· και εάν η αναγνώριση προέρχεται όχι μόνο από τις γυναίκες αλλά από τους εκπαιδευτές, οι εκπαιδευόμενες θα αισθανθούν πιο σίγουρες για τις ικανότητές τους, τις οποίες θα πιστέψουν ότι μπορούν να ξεπεράσουν παρά τις οποιεσδήποτε καταστάσεις μπορεί να βιώνουν. Η συνειδητοποίηση των αδυναμιών και των δυνατών σημείων των εκπαιδευομένων θα ενισχύσει επίσης την εμπιστοσύνη στους εκπαιδευτές.

Επίσης, όπως αναφέρει ο Lakey (2010), όταν εργάζονται με ομάδες από καταπιεσμένο ή μειονεκτικό υπόβαθρο, οι εκπαιδευτές πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί, ώστε να μην πέσουν στην παγίδα της εικόνας του «ήρωα» και του «φτωχού θύματος». Όπως εξηγεί ο Lakey, οι εκπαιδευτές ενηλίκων που προωθούν στην ομάδα τους την ιδέα ότι ο καθένας μπορεί να γίνει ένας «ήρωας» αναγνωρίζουν μεν την ύπαρξη δυνάμεων και θεσμών που τους βλάπτουν/καταπιέζουν, ενισχύουν όμως και την ιδέα ότι κάθε άτομο έχει τη δυνατότητα να αλλάξει ριζικά τη ζωή του μέσω προσπάθειας, αγνοώντας το ρόλο που παίζουν οι συνθήκες στη ζωή του ατόμου. Υπό αυτή την οπτική, το άτομο φταίει για την κατάστασή του, που δεν έσπασε την ψευδαίσθηση της καταπίεσης και δεν επιδίωξε μια καλύτερη ζωή. Από την άλλη, οι εκπαιδευτές που έχουν ενστερνιστεί την οπτική του φτωχού θύματος δεν μπορούν παρά να νιώθουν οίκτο για τα άτομα που έχουν απέναντί τους, τα οποία, μετά από διαιωνισμένη καταπίεση και διακρίσεις, δεν είναι πλέον σε θέση να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους, παρά μόνο μέσω της βοήθειας ενός συμμάχου που αντιμετωπίζει και παλεύει ενάντια σε αυτή την καταπίεση.